Welcoming- Farewell

Γράμμα από Αντιγόνη Γρηγορίου, Τορόντο, Καναδάς 18/10/1970

Letter from Antigone Gregoriou, Toronto, Kanada 18/10/1970

Γράμμα από Αντιγόνη Γρηγορίου, Τορόντο, Καναδάς 8/8/1971

Letter from Antigone Gregoriou, Toronto, Kanada 8/8/1971

Hello and the grace of the Virgin Mary be with you

 

 

Migration and refugeeism are never simple choices —never a mere decision but often an absolute necessity, driven by peril to one’s own life and the lives of loved ones. Cyprus understands this intimately, having experienced it in the 60s and in 1974, and continuing to face it by being the first point of reception for those fleeing Syria and Africa. Even voluntary migration for a better life leaves profound wounds and a strange sense of longing... This sentiment echoes in the letters we discovered, forgotten but brimming with nostalgia and a desire to connect with family and friends back home.

 

Centuries-old traditions of greeting, the salutatio, permeate these heartfelt missives: “Hello and the grace of the Virgin Mary be with you”, “Thank God we are all well, and our prayers are always with you”, and “May the grace of the Virgin Mary ensure this letter reaches you in good health”.

 

Reading them, one senses the profound yearning for the homeland, the need to convey everything possible in simple, everyday words—words that seem spoken rather than written.

 

Their sentiments are plain yet deeply moving: Our words are unnecessary…:  “So, my cousins, when we sit down for coffee, I think of you and I am filled with emotion. One night I dreamt of you, truly, what good times we had”. “Here there is no community, no conversation…”.“You are writing me that koumera* Ellou was in the village and collected her beans, I would like so much to be there and help her, and also to give some to my goats, with the both of us bantering”.

 

These letters convey both the positive and negative impressions of life abroad: “Here, there are no Wednesdays, Fridays, or Sundays to attend church”, alongside the gradual adaptation to new customs and habits. Yet, differences are noted with candor: “For literate girls, there are opportunities for those who know how to type and write shorthand, promising good pay. Women, in general, can find work if they speak some English”. Admitting with humor, “The funny thing is they speak English to me, and I haven't a clue what they’re saying”.

Saying goodbye is wrenching, while adjusting to a new place is daunting. As she reflects, “Here feels like a prison”, but hope persists—“Anyway, Canada is a good country, but for us who learned differently, it’s a struggle, but it’s promising for young people”.

 

And all of this reminds me: “As much sweetness and joy as arrival bestows, so many bitter sorrows does the dark separation impose.” [G. Vizyinos, “Farewell”]

 

 

*koumera: maid of honour

«Γεια και χαρά σας και η Χάρις της Παναγίας νάναι βοήθειά σας»*

 

 

Η μετανάστευση κι η προσφυγιά δεν είναι ποτέ αποτέλεσμα εύκολων αποφάσεων, δεν πάντοτε επιλογή, δεν είναι ποτέ εύκολη υπόθεση, πόσω μάλλον όταν αυτή είναι απόλυτη ανάγκη, όταν η ζωή σου και η ζωή των ανθρώπων που αγαπάς βρίσκεται σε κίνδυνο. Κι η Κύπρος αυτό το ξέρει πολύ καλά... το έζησαν οι άνθρωποί της, πρόσφατα, τη δεκαετία του 1960, και το 1974, αλλά το ζει και ως χώρα πρώτης υποδοχής, από χώρες της γειτονιάς μας, τη Συρία, αλλά και από την Αφρική.

    Ακόμα και η μετανάστευση που γίνεται κατ’ επιλογήν, για να έχουν μια νέα, καλύτερη ζωή τα πρόσωπα που το αποφασίζουν, αφήνει βαθιές πληγές, και ένα περίεργο συναίσθημα, τη νοσταλγία... Αυτό το συναίσθημα κυριαρχεί στις δύο επιστολές που βρήκαμε κάπου ξεχασμένες.

    Ανάγκη απόλυτη η επιθυμία για επικοινωνία με συγγενείς και φίλους πίσω στον γενέθλιο τόπο. Παράδοση αιώνων ο χαιρετισμός, το salutatio…  «Γεια και χαρά σας και η Χάρις της Παναγίας νάναι βοήθειά σας» και «Δόξα τω Θεώ είμαστε όλοι καλά και το ίδιο πάντοτε ευχώμαστε και για σας» και «Παρακαλώ την Χάριν της Παναγιάς η παρούσα μου επιστολή να σας βρη εντελώς καλά».

    Διαβάζοντάς τες ο νόστος για τη γενέθλια γη είναι διάχυτος, η ανάγκη να ειπωθούν όσο το δυνατόν περισσότερα έκδηλη, ο λόγος απλός, καθημερινός, μοιάζουν σαν λόγια που τα σημειώνει η φωνή, το στόμα και όχι το χέρι… τα δικά μας λόγια περιττά: «Το λοιπόν ρε ξαδέλφες μου όταν καθήσωμε να πιούμε καφέ σάς θυμάμαι και συγκινούμε. Μια νύκτα σας είδα όνοιρο ότι πείναμε καφέ. Αλήθεια τι ωραία περνούσαμε»... «Εδώ ρε παιδκιά δεν έχει γειτόνισσα να βγης έξω να κουβεντιάσης και να τα πης»... «Μου γράφετε ότι η κουμέρα η Ελλού ήταν στο χωριόν και εσύναξεν το ρουβίθιν της, πόσο θα ήθελα να ήμουν κι εγώ να της βοηθούσα να έτρωαν και οι αίγες μου και να λέγαμεν τα αστεία μας».

    Μεταφέρονται όσα κάνουν εντύπωση, θετική αλλά και αρνητική... «εδώ δεν υπάρχει ούτε Τετάρτη, ούτε Παρασκευή, αλλά ούτε Κυριακή που να πας εκκλησίαν», άλλα ήθη, άλλες συνήθειες, που σιγά-σιγά προσαρμόζεται το πλάσμα. Βέβαια, πιο πριν μια άλλη διαφορά Κύπρου και Καναδά έκανε εντύπωση στην κοπέλα από τα Κατύδατα: «[...] για τις κοπέλλες που ξεύρουν γράμματα, γραφομηχανήν και στενογραφίαν υπάρχει καλή δουλειά και πολίς μισθός, επίσης γεννικά για τις γυναίκες εύκολα βρίσκουν δουλειά φτάννη να μπορούν να μιλούν κάπως αγγλικά», έχοντας πιο πριν η ιδια παραδεχθει με μια γερή δοση χιούμορ: «Το ωραίο είναι που μου μιλάνε αγγλικά κι’ ανάθεμα αν καταλάβω τίποτα». Πάντως ο Καναδάς είναι ωραία χώρα

   Οι αποχαιρετισμοί δύσκολοι, η προσαρμογή στον νέο τόπο επίσης σπουδαία υπόθεση, «Εδώ είναι φυλακή» η ελπίδα όμως ζει, ελπίδα πως όλα θα πάνε καλά κυριαρχεί: «Πάντως ο Καναδάς είναι καλή χώρα, αλλά εμείς είμαστε διαφορετικά μαθημαίνοι και έτσι δεν κάνωμεν, πάντως για τους νέους είναι καλά».

 

Κι έρχονται στον νου οι στίχοι του Βιζυηνού: «Όσες γλυκάδες και χαρές μας περεχύν’ ο ερχομός, | τόσες πικράδες και χολές μας δίν’ ο μαύρος χωρισμός!». «Αποχαιρετισμός».

 

 

*Διατηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτοτύπου

 

Previous
Previous

Hanin

Next
Next

School